Γυναίκα αναφέρεται στις διενέξεις που προέκυπταν ανάμεσα στους νέους μετανάστες και στους παλιούς μετανάστες στις συναντήσεις τους στους συλλόγους.
Y.X.M: Δηλαδή οι σύλλογοι, όλα αυτά, οι φιλόπτωχες, κάναμε
τραπέζια ολόκληρα. Η μια τις κεφτέδες, η άλλη την πίτα, η άλλη την
σπανακόπιτα, η άλλη χόρτα και ερχόταν εκεί πέρα εκεί να γνωριστούνε τα παιδιά
μας. Εκεί να βρεθούνε να μιλήσουνε. «Έχεις δουλειά;», «Έχασε ο άντρας μου τη
δουλειά». «Έλα στο εργοστάσιο, ζητάνε μία στη μηχανή». Εκεί και στην εκκλησία
τα πρώτα χρόνια που ήταν ο παπα-Σαλάμης, αρπαζότανε. Αρπαζότανε οι παλιοί
Έλληνες, Παπαχρηστίδης, Demetrian, Φλώρακας και τόσοι άλλοι. Αρπαζότανε με
τους καινούργιους. Οι καινούργιοι δεν μπορούσα να τους καταλάβω. Δεν ξέραν τα
έθιμα εδώ, δεν έπρεπε... δεν ξέραν ότι για να κάνουμε μία εκκλησία
χρειάζεται... χρειάζονται όχι μονάχα τα χρήματα, χρειάζεται και αίτηση, χαρτί
στην πολιτεία, να βγουν σχέδια και τα λοιπά. Και έρχεται ένα χαρτί και
σηκώνεται ένας από κει πέρα και το διάβαζει. Στα Εγγλέζικα είχε έρθει η
απάντηση. Α ρε, και σηκώνονται οι Έλληνες.«Γιατί μας το διαβάζετε στα
Εγγλέζικα; Σάμπως το καταλάβαμε; Εμείς πρέπει να ψηφίσουμε εδώ πέρα».
Σηκώνεται κι ο Δημήτρης ο Χατζής ο κουνιάδος μου... άπταιστα Γερμανικά,
Αγγλικά, Γαλλικά, Αρχαία Ελληνικά. Πηγαίνει λοιπόν. Πηγαίνει και λέει «Μου
δίνετε το χαρτί;» και το διαβάζει χωρίς να το εξηγεί. Το διάβαζε κατευθείαν
Ελληνικά. «Σήμερα γίνεται...», κανονικά δηλαδή. Κι όταν τελείωσε... «Αφού το
είχατε Ελληνικά, γιατί το μεταφράσατε στα Εγγλέζικα;». Εκεί γνώρισε και τον
Παπαχρηστίδη ο κουνιάδος μου που έγινε. Λοιπόν αυτούς αυτά τα καβγαδάκια που
ήταν πάντα μπροστά, μετά την εκκλησία ο παπα-Σαλάμης έλεγε «Δεν πειράζει...».
Κάπου... ο άντρας μου του έκανε παρατήρηση, ας πούμε, «Πες κάτι». «Ασ’ τους να
μιλάνε. Ασ’ τους να βγάλουν τη στεναχώρια που έχουν, το άγχος που έχουν που
δεν ξέρουν». Ο παπα-Σαλάμης... έρχονται εδώ, μπορεί... να μάθουν να βρούνε
δουλειά και έτσι και έγινε. Τους συμφιλί... δεν ήθελε να τους το πει
κατευθείαν. Ασ’ τους να βγάλουν το...