«Η δε γυνή…» Φωτογραφία από τον γάμο της Μαρίας Γκαβάκη με τον Peter
Tsavalas, ο οποίος ήταν ναυτικός που το έσκασε από τα καράβια και προκειμένου
να αποκτήσει νόμιμη διαμονή στον Καναδά παντρεύτηκε την Μαρία, που είχε έρθει
έχοντας υπογράψει συμβόλαιο ως μοδίστρα. Πηγή: Gavaki Photo Archive.'
Γάμοι «τουριστών»
Άνδρας που παρέμενε στο Μόντρεαλ ως "τουρίστας" εξηγεί πώς αποφάσισε να
παντρευτεί.
ΕΡ.: Η σύζυγος σας; Που την συναντήσατε;
Β.K.: Η σύζυγός μου έχει ιστορία.
ΕΡ.: Για να ακούσουμε.
Β.K.: Η σύζυγος μου είχε δύο θείους. Τον έναν τον
λέγανε Γιώργο ο οποίος
είχε πεθάνει και ο άλλος το λέγανε Αντώνη και αυτός έχει πεθάνει. Τέλος
πάντων. Ο ένας είχε business με τον αδελφό μου είχανε ένα restaurant
στο Montreal στην Λοριέι είχανε αγοράσει ένα restaurant μαζί. Ο άλλος θείος
ήταν στο construction και
γνωριστήκαμε στο Μόντρεαλ στο
New palace restaurant γιατί το είχανε πατριώτες μου και από εκεί μου προξένεψε
την γυναίκα μου αλλά εγώ
είχα στο μυαλό μου να γυρίσω στο
χωριό μου πίσω να παντρευτώ εκεί δεν ήθελα ούτε να άκουγα και όταν
μου έλεγε κάποιος να παντρευτείς να τακτοποιηθείς να μην τραβιέσαι το
ένα το άλλο εγώ έλεγα no, no, no. Δεν έλεγα ποτέ ναι. Τέλος πάντων,
μια μέρα με κάλεσε να πάω στο σπίτι της γυναίκας μου. Η πεθερά μου
και αυτός ήτανε αδέλφια. Πήγαμε πραγματικά μου λέει για να δεις την
κοπέλα ξέρω εγώ άμα σου αρέσει από εδώ από εκεί. Με έψηνε δηλαδή.
Εγώ έλεγα όχι. Την είδα την γυναίκα μου ήτανε τότε πολύ σοβαρή,
ντροπαλή ήταν μικρή. Ντάξει στον Saint Mary Hospital σαν καθαρίστρια από 14
χρονών. Ναι, είχα ακούσει ότι
πήγε εκεί πέρα και δεν την
πήραν οι πως τις λένε. . . οι καλόγριες που δούλευαν εκεί μέσα που ήτανε
το κουμάντο, τα αφεντικά και αυτό. Πήγαινε εκεί το πρωί-πρωί και καθόταν στην
πόρτα και της έλεγε όχι θα με
πάρεις για δουλειά μπορώ να
κάνω την δουλειά που κάνουνε και οι άλλες και από τις πολλές φορές
που πήγαινε εκεί και περίμενε την πήρανε. Μιλάμε τώρα για... Τέλος πάντων.
Περάσαν έξι μήνες από τον καιρό
που την πρωτόδα. Για να
είμαι ειλικρινής όταν την παντρεύτηκα έριξα ένα coin η ιστορία μου είναι πολύ
σπάνια και είπαμε με το παιδί
που είχαμε το restaurant μαζί το
fast food στο frodenacht του λέω, τον λέγανε Χρόνη, του λέω Χρόνη
κοίτα να δεις, δεν μπορώ να μείνω άλλο πια, δεν μου δίνουν άλλη προθεσμία να
μείνω σαν τουρίστας πια για πρέπει
να αφήσω να φύγω από εδώ
να εξαφανιστώ να πάω σε άλλη πολιτεία για πρέπει να φύγω πίσω στην
Ελλάδα για το, η τρίτη επιλογή είναι να παντρευτώ και να τελειώσουν όλα τα
βάσανα από αυτά.
Μεταξύ είχα πιάσει και φίλους εδώ πέρα είχα
ψιλοσυνηθίσει αυτό, είχα το πάτερ Χαλκιάς που ήταν από την Κάρπαθο
ο παπά Χαλκιάς που ήταν στην Αγία Τριάδα και μου έταζε μου έλεγε
θα σε βοηθήσω μην στεναχωριέσαι θα μείνεις εδώ πέρα και εγώ θα σε
στείλω κάπου και αυτός θα σε τακτοποιήσει τώρα αυτά είναι πράγματα
βέβαια τα οποία τα συζητάω γιατί είναι η ζωή μου που πέρασα εδώ πέρα.
Πραγματικά από πού να παντρευτώ με είχε στείλει σε έναν κύριο που
είχε το Ακροπόλ το club. Τον ελέγανε Ηλία Παπαδόπουλο και έπρεπε
να πληρώσω δύο χιλιάδες δολάρια εκεί πέρα για να μου στείλει λέει το
διαβατήριο στο Notava να το σφραγίσουνε η κυβέρνηση από εκεί και να
το επιστρέψω πίσω. Τώρα τα δύο χιλιάρικα που πλήρωνα δεν ξέρω. Δικά
του ήτανε; Τα μοιραζότανε με άλλους; Δεν ξέρω.
ΕΡ.: Δεν κατάλαβα καλά. Γιατί δώσατε δύο χιλιάδες
δολάρια;
Β.K.: Για να με τακτοποιήσει, να μου δώσει visa. Να
μου βάλει, του έδωσα το
διαβατήριο μου το διαβατήριο μου ήτανε τουριστικό ήμουνα σαν τουρίστας
εδώ για να με τακτοποιήσει να μου δώσει visa και να κάτσω μόνιμα στον
Καναδά αλλά αυτά όλα ήτανε κομπίνες.
ΕΡ.: Κομπίνες;
Β.K.: Κομπίνες. Δεν ήτανε σωστά πράγματα. Γιατί έτυχε
μετά που του πήγα
το διαβατήριο μου έπειτα από λίγο καιρό ίσως γιατί μου είπε αυτός δύο
με τρείς βδομάδες θα κάνει να έρθει το διαβατήριο από την Notava και θα
είναι όλα οκ. Το πίστεψα και εγώ, παπάς με έστειλε εκεί πέρα, τώρα και ο
παπάς μπορεί και να μην ήξερε και αυτός ότι υπήρχαν τέτοιες κομπίνες να
νόμιζε και αυτός ότι πραγματικά κάτι μέσο είχε αυτός και τακτοποιούσε
τους λαθραίους και τους τουρίστες. Αλλά όμως δεν ήτανε έτσι. Έτυχε
τώρα στην δεύτερη βδομάδα που πέρασε από τον καιρό που πήγα το
διαβατήριο από τον Παπαδόπουλο που με τακτοποίησε και είχε βάλε Visa
σφραγίδα από το ιμιγκρέσο να λέω ότι είμαι στο Canada και έχω πάρει
visa να πιάσουν έναν φίλο μου που είχε κάνει την ίδια πράξη και αυτός.
Δούλευε σε μια ψαρομαρκέτα και πολλές φορές σε ένα μπιλιάρδο στο Park
Avenue και Berna συναντιόμαστε και καμιά φορά στο Alsis restaurant
καμιά φορά στο Palace restaurant και μια μέρα δεν τον βρήκα τον έψαχνα
να τον βρω. Αλέξης τον λέγανε. Λέω ρωτούσα τους υπόλοιπους τι έγινε;
Μήπως πέρασε ο Αλέξης από εδώ, μήπως από εκεί και λέει ο Αλέξης τον
βάλανε χειροπέδες και τον στείλανε στην Ελλάδα. Του λέω γιατί; Γιατί
τον έπιασε το immigration. Λέω εδώ μα εδώ ήταν τακτοποιημένος τον
τακτοποίησε ο Παπαδόπουλος γιατί έτσι; Λέει αυτή η σφραγίδα που του
έβαλε ο Παπαδόπουλος δεν είναι σφραγίδα είναι κάτι το οποίο δεν ξέρω.
Την είχε κλέψει από το immigration αυτός την έφτιαξε μόνος του. Τι
ήτανε όλο αυτό εγώ δεν ξέρω τι ήτανε. Δεν μπορούσα να κάνω find out.
Εκείνη την στιγμή έφυγα και πήγα στον Παπαδόπουλο το club και του
λέω θέλω το διαβατήριο μου πίσω γιατί του είχα δώσει το διαβατήριο με
χίλια δολάρια και όταν γυρνούσε έπειτα το διαβατήριο από δύο βδομάδες
με τρείς θα του έδινα και τα άλλα χίλια δολάρια και σκεφτόμουν εγώ με
το μυαλό μου ότι ήμουνα οκ και όλα θα ήταν καλά και δεν θα είχα κανένα
πρόβλημα και όμως ήτανε μεγάλο το πρόβλημα. Ήμουνα τυχερός γιατί
πιάσανε αυτό το παιδί που γνώριζα ήμασταν φίλοι, είχαμε γίνει φίλοι και
έτσι δεν πίστεψα ότι ήτανε αλήθεια αυτά που μου έκανε ο Παπαδόπουλος
και πήγα πίσω του λέω θέλω το διαβατήριο μου και τα χίλια μου δολάρια
σε παρακαλώ πίσω. Μου λέει το διαβατήριο σου είναι στην Natova και
θα πάρει μια βδομάδα ακόμα να γυρίσει και δεν έχω τίποτα να σου δώσω.
Εγώ νευρίασα πάρα πολύ γιατί κατάλαβα ότι ήτανε κομπίνα και του λέω
σε παρακαλώ πάρα πολύ, του μίλησα ωραία, σε παρακαλώ πάρα πολύ δώσε
μου το διαβατήριο μου να χαρείς ότι αγαπάεις γιατί δεν θα φύγω από εδώ
πέρα ώστε να μου δώσεις το διαβατήριο μου και τα λεφτά μου. Εγώ
του λέω δεν είμαι πλουσιόπαιδο του λέω είμαι παιδί φτωχό. Ήρθα εδώ
πέρα προσπαθώ να ζήσω και δουλεύω πολλές ώρες και υποφέρω. Τέλος
πάντων. Δεν μου το δίνει. Για μια στιγμή νευρίασα και του λέω κοίτα
να δεις εγώ θα κάτω θα πάω στον θάλαμο είχε έναν θάλαμο τηλεφωνικό
εδώ πέρα. Θα πάω να πάρω ένα τηλέφωνο την αστυνομία, θα έρθει η
αστυνομία εδώ πέρα και θα πάρω το διαβατήριο μου, δεν με ενδιαφέρει
του λέω πια το είχα πάρει απόφαση ας φύγω από την Ελλάδα αλλά θα
μου δώσεις το διαβατήριο μου και τα λεφτά μου και εφόσον είδε ότι είχα
νευριάσει και κατέβαινα τις σκάλες και έτρεχα, μου φώναζε «Παλαβό
έλα εδώ!». Πάω πίσω και μου λέει άνοιξε το διαβατήριο και μέσα στο
διαβατήριο ήτανε και τα χίλια δολάρια που του είχα δώσει. Μου τα έδωσε.
Του τα πήρα. Μετά από πού λέγαμε είδαμε την γυναίκα μου με τον θείο
μου και έγινε θείος μου βέβαια μετά πρώτα δεν ήτανε θείος μου ήμασταν
μόνο φίλοι. ΄Ετυχε να βρεθούμε άλλη μια φορά στου αδελφού μου το
restaurant και στου θείου του Αντώνη. Ήτανε μαζί στο Λόριει που
είχανε το restaurant και από εκεί βρεθήκαμε και μιλήσαμε της είπα κοίτα
να δεις εγώ είμαι με αυτόν τον τρόπο εδώ πέρα η αλήθεια μου είναι ότι δεν
ήθελα να παντρευτώ εδώ πέρα αλλά επειδή έχω συνηθίσει το μέρος τώρα
και άρχισε να μου αρέσει και έχουμε μέλλον και ξέρεις το μυαλό μου ήταν
πάντα να κάνω business δικές μου δεν ήτανε να δουλεύω εργάτης γιατί
όπου δούλευα, δούλευα πολλές ώρες και η αμοιβή μου δεν ήτανε τόσο
καλή. Anyways έκατσα μίλησα λίγη ώρα με την γυναίκα μου γύρω στην
μία ώρα μου λέει κοίτα να δεις εγώ δεν θέλω να πάρω έναν άνθρωπο και
να έχω φασαρίες μεθαύριο γιατί είσαι εδώ πέρα σαν τουρίστας και ίσως
να θέλεις Γιώργο να... και αυτό που δεν σου είπα από την αρχή είμαι
βαπτισμένος Βασίλης αλλά είχα αρρωστήσει όταν ήμουνα μικρό παιδί και η
μάνα μου έκανε promise με έταξε στον Αι-Γιώργη και έγινα καλά και έχω
αυτό το σημάδι εδώ αλλά αν δεν με πεις Γιώργη δεν θα με βρεις ενώ στα
χαρτιά μου είμαι Βασίλης. Τέλος πάντων αυτή είναι μια ιστορία παιδική
βέβαια. Λοιπόν τα βρήκαμε με την γυναίκα μου και είδα ότι πραγματικά
ήτανε κοπέλα με μυαλό, σοβαρή και όταν γύρισα το βράδυ στο restaurant
πίσω αυτό που είχα εγώ αυτό που μου άφησε ο αδελφός μου βρεθήκαμε με
το άλλο παιδί που ήμασταν μαζί που το είχαμε και αυτός ήτανε λαθραίος από τα
καράβια.
Είχε λιποτακτήσει από τα καράβια.
ΕΡ.: Το έσκασε.
Β.K.: Ούτε αυτός ήτανε με visa εδώ πέρα. Δηλαδή είχαμε
ένα μαγαζί
με ώρα με ώρα μπορούσαμε να το χάσουμε αλλά δόξα τον θεό επειδή ο κόσμος
ήταν τόσο καλός εδώ πέρα εκείνα τα χρόνια γιατί τώρα είναι διαφορετικά
τα πράγματα είχαμε βγάλει κάρτα δουλειάς, είχαμε βγάλει κάρτα γιατρού,
είχαμε δώσει εξετάσεις και πήραμε δίπλωμα οδηγήσεως δηλαδή δεν μας
έλειπε τίποτα. Είδα εγώ ότι πραγματικά είναι ωραία εδώ πέρα, δεν είναι
όπως η Κάρπαθος στο νησί. Τέλος πάντων βγάζω ένα coin από την τσέπη
μου και λέω Χρόνη του λέω αν θα κάνω flip το coin δεν έχω πει ακόμα το
οκ με την γυναίκα μου ότι παντρεύτηκα θα κάνω flip και αν γυρίσει κεφάλι
θα πάρω τηλέφωνο τώρα και θα πω στην γυναίκα μου και θα πω οκ ότι
θα παντρευτούμε όπως έγινε τώρα. Αν γυρίσει λέω μαζεύω την βαλίτσα
μου αύριο παρουσιάζομαι στο immigration και τους λέω ότι φεύγω πίσω
για την Ελλάδα. Ούτε χάνω, ούτε κερδίζω. Δεν έχασα τίποτα, δεν έφερε
τίποτα εδώ πέρα. ΄Ηρθα με ένα τζιν παντελόνι με ένα τζίν μπουφάν και
με ένα ζευγάρι running shoes τέλος πάντων. ΄Οπως πραγματικά έκανα
flip το coin και μου λέει το άλλο παιδί τρελάθηκες μου λέει; Έτσι παίζεις
την ζωή σου; Flip κάνεις την ζωή σου; Την γυναίκα αν την παντρευτείς
θα ζήσεις μαζί της όλο τον καιρό, όλη σου την ζωή την υπόλοιπη. Του
λέω έτσι αισθάνομαι έτσι κάνω, γιατί ήμουνα confuse λίγο, λίγο δεν
ήξερα ακριβώς, δεν ήμουνα σίγουρος γιατί δεν ήθελα να μείνω εδώ πέρα.
Πραγματικά όπως ήρθε το κεφάλι αυτό ήτανε το τυχερό και είπα το οκ
παντρευτήκαμε μέσα σε δύο εβδομάδες. Γιατί τελείωνε η προθεσμία μου
που είχα από το Immigration και έπρεπε να κάνω ότι έπρεπε να κάνω για
να φύγω για να κάτσω γιατί δεν μου δίνανε άλλο πια άδεια. Θυμάμαι την
τελευταία φορά που πήγα στο Immigration μέσα και βρήκα έναν Γάλλο
και καθιστός καθότανε και όταν μου μιλούσε σου δίνω τρείς μέρες να
φύγεις πια. Μην ξανά έρθεις άλλο εδώ. Καθιστός καθότανε και πάνω
σηκωνότανε και καθότανε. Σηκωνότανε και καθότανε από τα νεύρα του.
Μου λέει δεν θέλω να σε ξανά δω εδώ πέρα θα πάρεις τις βαλίτσες σου
και θα φύγεις στην Ελλάδα πια. Έχεις κάτσει δεκατέσσερους μήνες.
Αρκετά! Αφού είδα και εγώ και αποείδα είπα δεν πάει άλλο πρέπει πια τι
θα κάνω για να φύγω για να κάτσω και αυτό έγινε.