Το πρώτο σπίτι
Γυναίκα στην είσοδο του σπιτιού της στην οδό Sherbrooke. Από το προσωπικό
αρχείο της Νίκης Κονταπήνη.
Πηγή: Immigrec
Το πρώτο σπίτι
Γυναίκα αναφέρεται στο πρώτο σπίτι που έμεινε στο Μοντρεαλ.
Μ.Π.: Για να ’μαι ειλικρινής, δε με ’κανε τίποτα
εντύπωση.
ΕΡ.: Οκ.
Μ.Π.: Όταν μπήκα στο σπίτι του κουνιάδου μου και λέω
«Πώς ζουν αυτοί οι ανθρώποι;». Τα κολλημένα σπίτια στο Ούρμπαν και Τζιράρ.
ΕΡ.: Right.
Μ.Π.: Tο μισό το είχε living room, το μισό το είχε
δικό τους bedroom, μικρή κουζινίτσα και πάνω το νοίκιαζαν. Κι εγώ τώρα που να
κοιμηθώ; «Kαλά», του λέω, «Πού με έφερες; Πού θα κοιμηθούμε; Δεν υπάρχει
χώρος». Έπρεπε ν’ ανοίξουμε τον καναπέ τη νύχτα, το βράδυ, μετά τα παιδιά που
θα πήγαιναν στο κρεβάτι.
ΕΡ.: Right.
Μ.Π.: Αυτοί όλοι κοιμόντουσαν εκεί στο μισό το σπίτι,
στο μισό το σαλόνι, τέσσερα παιδιά και αυτοί μαζί.
ΕΡ.: Wow!
Μ.Π.: Και πάνω σου λέω το νοίκιαζαν και λέω «Θεέ μου,
εγώ στο χωριό μου το είχα παλατάκι». Το είχα φτιάξει τόσο ωραίο το σπίτι.
Διπλό. Τwo-storey. You know. Δύο πατώματα. Anyways. Έκλαψα, κορίτσι μου. Αν
δεν έκλαψα.
ΕΡ.: Yeah.
Μ.Π.: Μέρα-νύχτα έκλαιγα. Της μάνας μου της
συγχωρεμένης της έγραφα, δέκα γράμματα την ημέρα. Άμα με ρωτήσεις τώρα το τι
έγραφα, δεν ξέρω. Τα δάκρυα... Αφού νευρίαζε το βράδυ κι ερχότανε και η
συννυφάδα μου η συγχωρεμένη και τον έλεγε «Τι θα την κάνουμε αυτή την γυναίκα
Βαγγέλη; Κλαίει πολύ».
ΕΡ.: Υeah.
Μ.Π.: Λέω «Αν είχα λεφτά, θα ’φευγα». Αλλά δεν είχα
τίποτα. Αυτός πλήρωσε τα εισιτήρια.
ΕΡ.: Yeah.
Μ.Π.: Nαι. Μετά ήτανε ο Μαραγκός στο ραδιόφωνο. Το
’βαζε η συννυφάδα μου το ραδιόφωνο και άκουγα που νοικιάζεται δωμάτιο. Κι
έγραψα ένα τηλέφωνο εκεί. Λέω «Σε παρακαλώ πάρε και ρώτα».
ΕΡ.: Yes.
Μ.Π.: Ήθελε διαμέρισμα. Πρώτη φορά ζω σε διαμέρισμα.
Δεν είχα ζήσει σε διαμέρισμα. Όλο σπίτια. Λέω «Σπίτι. Αν υπάρχει σπίτι». Kαι
νοικιάσαμε σε μια οικογένεια απ’ την Τρίπολη.
ΕΡ.: ΟΚ.
Μ.Π.: Στο Πέιπ και Ντάρφορντ. Στο Eatons Avenue.
ΕΡ.: OK.
Μ.Π.: Πού είναι η Ίτον η ταβέρνα; Από κάτω. 120 Ίτον.
Ακόμη το θυμάμαι.
ΕΡ.: Υeah. Και φύγατε από...
Μ.Π.: Και φύγαμε από ’κει. Περάσαμε. Έπρεπε να πάρουμε
κρεβάτι. Έπρεπε να πάρουμε απ’ την αρχή. You know. Aνοίγεις νοικοκυριό. Aλλά
δεν θα ξεχάσω επειδή ήταν κρύο κιόλας. H κουνιάδα μου η έξυπνη. Tόσο ξέρανε.
Έννοια σου. Εγώ τους λέω απ’ το χωριό. Kι εγώ είμαι από χωριό, αλλά άλλο
χωριό. Και με πήγαν τότε στο Ίτονς που ήτανε στο Βικτόρια και Ντάνφορντ. Πως
λεγόταν η πλάζα; Shoppers [...]; Yeah. Ήταν το Ίτονς τότε.
ΕΡ.: ΟΚ.
Μ.Π.: Είχαμε πάει να πάρουμε παλτό για! Αφού πάγωσα με
το μαντό!
ΕΡ.: Yeah.